Χάομα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το χάομα ή χόουμα (αβεστ. 𐬵𐬀𐬊𐬨𐬀, μεταγραφή haoma) ήταν ένα ιερό φυτό στην αρχαία ινδοϊρανική θρησκεία και μετέπειτα στην περσική μυθολογία και τον Ζωροαστρισμό. Από το φυτό παρασκευαζόταν ομώνυμο θεϊκό ποτό, που αντιστοιχεί στο αόμα ή σόμα του Ινδουισμού[1][2], καθώς και στο νέκταρ της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και θρησκείας.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τόσο η αβεστική λέξη haoma όσο και η σανσκριτική soma προήλθαν από το πρωτο-ινδοϊρανικό *sauma. Η σημασία της αρχικής ρίζας σχετίζεται με την έννοια του «πιέζω» ή του «κτυπώ».[3]

Στην παλαιοπερσική σφηνοειδή γραφή γραφόταν 𐏃𐎢𐎶 (hauma), όπως στην επιγραφή Darius Naqsh-e Rostam a (συντομογραφικώς DNa, περ. 490 π.Χ.), που αναφέρεται σε «Σκύθες που πίνουν χάουμα» (Sakā haumavargā).

Η μορφή της ονομασίας στη μέση περσική γλώσσα είναι 𐭧𐭥𐭬 (μεταγρ. hōm), που συνεχίζει να είναι η ονομασία του φυτού στη σύγχρονη περσική γλώσσα και σε άλλες σημερινές ιρανικές γλώσσες (هوم).

Ως φυτό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Αβέστα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα φυσικά χαρακτηριστικά του φυτού όπως περιγράφονται στα κείμενα της Αβέστα, περιλαμβάνουν τα εξής:

  • Το φυτό έχει στελέχη, ρίζες και κλαδιά (Γιάσνα 10.5).
  • Διαθέτει asu (Γιάσνα 9.16). Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται μόνο για την περιγραφή του χάομα και δεν υπάρχει συμφωνία στη μετάφρασή του. Αποδίδεται ως «κλαδάκια» κατά τον Dieter Taillieu, ως «στέλεχος» κατά τον Robert Wasson, ως φυτική ίνα ή φυτική «σάρκα» κατά τον Ilya Gershevitch και ως «βλαστάρια» κατά τον Lawrence Heyworth Mills.
  • Είναι ψηλό φυτό (Γιάσνα 10.21, Βεντιντάντ 19.19).
  • Είναι αρωματικό (Γιάσνα 10.4).
  • Είναι χρυσοπράσινο (Γιάσνα 9.16 και αλλού).
  • Μπορεί να συμπιεσθεί (Γιάσνα 9.1, 9.2).
  • Φύεται στα βουνά, «απλώνεται γρήγορα» (Γιάσνα 9.26, 10.3-4 και αλλού) «στα φαράγγια και τα χάσματα» (Γιάσνα 10-11), και «στις οροσειρές» (Γιάσνα 10.12)

Οι αποδιδόμενες επενέργειες στον άνθρωπο από την κατανάλωσή του είναι:

  • Προάγει την επούλωση τραυμάτων (Γιάσνα 9.16-17, 9.19, 10.8, 10.9)
  • Είναι δυναμωτικό (Γιάσνα 9.17, 9.22, 9.27)
  • Προάγει την εγρήγορση και την αντιληπτικότητα (Γιάσνα 9.17, 9.22, 10.13)
  • Είναι αφροδισιακό (Γιάσνα 9.13-15, 9.22)
  • Το μετρίως μεθυστικό εκχύλισμα μπορεί να καταναλωθεί χωρίς αρνητικές παρενέργειες (Γιάσνα 10.8).
  • Είναι θρεπτικό (Γιάσνα 9.4, 10.20), «ιδίως για την ψυχή» (Γιάσνα 9.16).

Στον σημερινό Ζωροαστρισμό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολλά από τα παραπάνω χαρακτηριστικά ταιριάζουν με το φυτό που χρησιμοποιείται στον σημερινό Ζωροαστρισμό. Στη σύγχρονη παρασκευή του parahaoma:

  • Τα κλαδάκια συνθλίβονται σε γουδί μαζί με λίγο νερό, πράγμα που σημαίνει ότι και το αρχαίο χάομα ήταν υδατοδιαλυτό.
  • Στην Ινδία τα κλαδάκια είναι προϊον εισαγωγής, διότι οι Ζωροάστρες της Ινδίας πιστεύουν ότι για κλιματικούς λόγους δεν μπορούν να παραχθούν στην Ινδική υποήπειρο.
  • Παρασκευάζονται πολύ μικρές ποσότητες.

Κατά τον Falk, οι Πάρσοι χρησιμοποιούν μια συγκεκριμένη ποικιλία του φυτού εφέδρα, του είδους Ephedra procera, που εισάγεται από την κοιλάδα του ποταμού Χάρι του Αφγανιστάν.[4]

Βοτανική ταυτοποίηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τα τέλη του 18ου αιώνα, οπότε ο Αμπραάμ Υασίντ Ανκετίλ-Ντυπερόν και άλλοι κατέστησαν μέρη της Αβέστα διαθέσιμα στους Ευρωπαίους μελετητές, αρκετοί προσπάθησαν να βρουν ποιο είναι το αντίστοιχο φυτό με εκείνο που περιγράφεται στα αρχαία κείμενα ως χάομα. Οι περισσότερες απόπειρες επικεντρώνονταν είτε σε γλωσσολογικές συγκρίσεις, είτε στη συγκριτική φαρμακολογία, είτε στην τελετουργική χρήση. Σπανίως λάμβαναν υπόψη και τις τρεις αυτές πλευρές μαζί, οπότε σύντομα περιέρχονταν σε αδιέξοδο.

Στα τέλη του 19ου αιώνα καταγράφηκε ότι οι συντηρητικότεροι Ζωροάστρες του Γιαζντ στο Ιράν χρησιμοποιούσαν το γένος φυτού εφέδρα, που στον τόπο τους αποκαλείται hum ή homa, και το εξήγαν και στους Ζωροάστρες της Ινδίας.[5] Το φυτό αυτό χρειάζεται δροσερό και ξηρό κλίμα, με άλλα λόγια δεν φυτρώνει στην Ινδία, αλλά ευδοκιμεί στην κεντρική Ασία. Αργότερα ανακαλύφθηκε ότι σε κάποιες ιρανικές γλώσσ και σε διαλέκτους της περσικής το hom ή πολύ παρόμοιοι όροι είναι τοπικές ονομασίες για κάποια ποικιλία εφέδρας. Γλωσσικές και τελετουργικές ενδείξεις μαζί φάνηκε ότι επιβεβαίωναν πως το χάομα ήταν κάποια ποικιλία του φυτούα αυτού.

Στο β΄ μισό του 20ού αιώνα αρκετές μελέτες επεχείρησαν να αποδείξουν ότι το χάομα ήταν κάποια ψυχοδραστική ουσία, με βάση το συμπέρασμα ότι το πρωτο-ινδοϊρανικό sauma ήταν ένα παραισθησιογόνο, συμπέρασμα που με τη σειρά του επαφίεται στην ερμηνεία της Ριγκβέντα (Mandala 8, ύμνος 48). Οι Falk (1989) και Houben (2003a) απορρίπτουν αυτό το συμπέρασμα με βάση και τους 115 ύμνους που αναφέρονται στη sauma/souma αντί μόνο τον RV 8.48, και τη σημερινή θρησκευτική χρήση της εφέδρας. Οι Falk και Houben συμπεραίνουν ότι μόνο το γένος Ephedra θα μπορούσε να αποτελεί τη λογική ταυτοποίηση του όρου souma. Επιπλέον, οι αναφορές σε ενθεογόνες ιδιότητες ήταν όλες σε συσχέτιση με ζύμωση του εκχυλίσματος του φυτού, η οποία δεν έχει αρκετό χρόνο για να συμβεί στη σημερινή εθιμική χρήση.

Καταλήγοντας στις παρατηρήσεις του σε μια συνάντηση ειδικών στην Ολλανδία το 1999 για το Haoma-Soma, ο Jan E.M. Houben γράφει: «παρά τις έντονες απόπειρες να απορρίψουν οριστικά την Ephedra όσοι ανυπομονούν να δουν το sauma ως παραισθησιογόνο, η θέση της ως σοβαρού υποψηφίου για το φυτό του ριγκβεδικού Soma και του αβεστικού Haoma παραμένει».[6] Αυτό στηρίζει και την άποψη του Falk, που στη σύνοψη της εργασίας του σημειώνει: «δεν υπάρχει ανάγκη να αναζητήσουμε άλλο φυτό πέρα από την Ephedra, το μοναδικό φυτό που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα από τους Πάρσους.[7]

Ως θεότητα (Dūraoša)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η θεότητα (Yazata) με το όνομα Χάομα, γνωστή και με το μεσοπερσικό όνομα Hōm Yazad, είναι η επιτομή της προσωποποιήσεως της ουσίας του φυτού χάομα και δοξολογείται στα Hōm Yašt, τους ύμνους των κεφαλαίων 9 έως 11 της Γιάσνα.

Στους ύμνους αυτούς, ο Χάομα λέγεται ότι εμφανίζεται ενώπιον του Ζωροάστρη με τη μορφή του Dūraoša[8], ενός «ωραίου άνδρα» (αυτή είναι η μοναδική ανθρωπομορφική αναφορά), που τον προτρέπει να συλλέξει και να συνθλίψει χάομα για τον εξαγνισμό των υδάτων. Ο Χάομα είναι «δίκαιος» και «προάγει τη δικαιοσύνη», είναι «σοφός» (Γιάσνα 9.22) και ο πρώτος ιερέας, που εγκατέστησε ο Αχουραμάσδα με την ιερή ζώνη (Γιάσνα 9.26) και υπηρετεί τους Αμέσα Σπέντα (αγγέλους) με αυτή του την ιδιότητα (Γιαστ 10.89). Ο Χάομα, που έχει χρυσοπράσινα μάτια, ήταν ο πρώτος που προσέφερε το ομώνυμο φυτό και είναι ο φύλακας των «ορεινών φυτών πάνω στην ψηλότερη κορυφή» (Yasht 10.90).

Ο Χάομα συνδέεται με ένα συγκεκριμένο Αμέσα Σπέντα, τον Vohu ManahVahman ή Bahman στη μέση περσική), που είναι ο φύλακας άγγελος όλου του βασιλείου των ζώων. Ωστόσο ο Χάομα είναι η μοναδική θεότητα με Yasht που δεν συνοδεύεται από την αφιέρωση μιας ημέρας στο όνομά του στο ζωροαστρικό ημερολόγιο. Χωρίς μια τέτοια αφιέρωση, ο Χάομα έπαυσε να έχει κάποια μεγάλη σημασία μέσα στη ζωροαστρική ιεραρχία.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. van der Toorn, Becking & van der Horst 1999, σελ. 384.
  2. Guénon 2004, σελ. 320.
  3. Taillieu 2002.
  4. Falk 1989, σελ. 86.
  5. J.E.T. Aitchison: «The botany of the Afghan delimitation commission», Trans. LinnEan Soc. of London, 1888
  6. Houben 2003a.
  7. Falk 1989.
  8. Kellens 2011.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]